Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

Το Κοριτσάκι με τα σπίρτα

Της Ιωάννας Μάστορα

Απόψε το βράδυ έκανε τσουχτερό κρύο. Τις λίγες νυφάδες χιονιού που έπεφταν στα τζάμια του αυτοκινήτου αραιά και που-καθάριζαν βιαστικά οι υαλοκαθαριστήρες και το καλοριφέρ ήταν στο φούλ.
Στο φανάρι μια νεαρή κοπέλα, πλησιάζε τα αυτοκίνητα. Όλα τα παράθυρα ήταν κλειστά-έκανε άλλωστε τόσο κρύο. Σκέφτηκα για μια στιγμή να το ανοίξω, να την ρωτήσω ή να της δώσω κάτι-αλλά ήταν νύκτα και τα πιο πολλά κέρματα τα' χα σκορπίσει εδώ κι εκεί.
Άναψε  το φανάρι.
 Ήρθε στο μυαλό μου αστραπή το παραμύθι «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα», μόνο που τώρα το κορίτσι ήταν κοπέλα και δεν είχε σπίρτα. Φορούσε ένα τζην παντελόνι κι ένα τζάκετ με κουκούλα. Το πρόσωπο της ήταν χλωμό κι από τα μάτια της έτρεχαν δάκρυα.
Πιο κάτω ένας παππούς –τα δόντια του χτυπούσαν από το κρύο-βάδιζε αργά τουρτουρίζοντας ανάμεσα στα αυτοκίνητα. Είχε στο χέρι ένα χαρτόνι που έγραφε «Είμαι Έλληνας, πεινάω και κρυώνω».
Το παραμύθι άρχισε να ζωντανεύει με νέα πρόσωπα, νέους ταλαίπωρους, μοιραίους ανθρώπους, ανήμπορους που βρέθηκαν στην ανάγκη μας. Κι εμείς αδιάφοροι ή όχι-απλώς συλλογιζόμενοι τις ανάγκες μας-τους προσπερνάμε προσδοκώντας να ακούσουμε για αυτούς το ίδιο πικρό τέλος.
 Όταν ήμουν παιδί έκλαιγα πολύ με αυτά τα παραμύθια.

Παρακαλούσα για ένα άλλο τέλος - κάποια παραλλαγή  - κάποιον
απομηχανής θεό ή άγιο, ένα θαύμα.

Μου έλεγαν τότε να μη στενοχωριέμαι γιατί αυτά συμβαίνουν μοναχά στα παραμύθια, εκεί που υπάρχουν κακοί άνθρωποι και δράκοι.
Πώς γίνεται τώρα να γέμισαν οι δρόμοι κοριτσάκια με ή και χωρίς σπίρτα;

Πώς σκλήρυναν έτσι οι καρδιές;

Και τι θα γίνει όταν το τελευταίο σπίρτο σβήσει;
Μήπως το τελευταίο σπίρτο να' ναι η ελπίδα μας, ένα χαμόγελο, μια πράξη αλληλεγγύης, ένας αγώνας ανθρωπιάς;
Μήπως τα σπίρτα συμβολίζουν τον παλιό κόσμο που πρέπει να καεί για να αναδυθεί ένας νέος;

Η πάλι μια κραυγή αγωνίας, έναν ξεσηκωμό και πολύ πολύ μελάνι για να αλλάξουμε όλα τα παραμύθια που μας είπαν και μας λένε, να γράψουμε νέα καινούρια, που όλοι οι άνθρωποι θα είναι επιτέλους ίσοι στην κοινωνία κι όχι ζητιάνοι της αγάπης, ζητιάνοι της δουλειάς και της ελεημοσύνης.